βεταΐνη

βεταΐνη
Χημική ένωση που παράγεται από το αμινοξύ, γλυκόκολλα, με αντικατάσταση των τριών ατόμων υδρογόνου της αμινικής ομάδας της με τρία μεθύλια. Χημικός τύπος: (CH3)3 – N+ – CH2 – COO– . Στη β. η αμμωνιακή ομάδα αντιδρά με το καρβοξύλιο του ίδιου μορίου και σχηματίζεται έτσι ένα εσωτερικό άλας. Η β. ανακαλύφθηκε στον χυμό του τεύτλου (beta vulgaris) και βρίσκεται σε πολλά άλλα φυτά. Στα φυτικά και μικροβιακά κύτταρα χρησιμοποιείται ως δότης μεθυλίων στη βιοσύνθεση της μεθειονίνης. Με την ονομασία β. νοούνται στην οργανική χημεία όλα τα εσωτερικά άλατα των βάσεων του αμμωνίου. Είναι ουσίες στερεές με υψηλό σημείο τήξης και χρησιμοποιούνται για να καταστήσουν διαλυτές στο νερό μερικές οργανικές ουσίες. Ανάλογα με τη θέση της αμινικής ομάδας, σε σχέση με το καρβοξύλιο, έχουμε β. α,β,γ. Οι πρώτες είναι οι πιο σταθερές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • βιταμίνες — Ουσίες που βρίσκονται, σε πολύ μικρές ποσότητες, στις τροφές των ζώων και του ανθρώπου και είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική ανάπτυξη και την υγεία τους. Παντελής ή μερική στέρηση μίας ή περισσότερων β. από το διαιτολόγιο προκαλεί παθολογικές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”